Πάτροκλος

Πάτροκλος
I
Όνομα μυθολογικών προσώπων.
1. Ένας από τους γιους του Ηρακλή με τη θεσπιάδα Πυρίππη. Τον σκότωσε η μητέρα του με την προτροπή του πατέρα της.
2. Ομηρικός ήρωας, φίλος του Αχιλλέα. Γιος του αργοναύτη Μενοιτίου, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει, παιδί ακόμα, τη χώρα των Οπουντίων Λοκρών ύστερα από τον ακούσιο φόνο ενός συμπαίκτη του. Κατέφυγε τότε στη Φθία, όπου ο Πηλέας τον ανάθρεψε μαζί με τον γιο του Αχιλλέα. Οι δύο ήρωες συνδέθηκαν από τότε με στενή φιλία, η οποία έμεινε παροιμιώδης. Ο Π. ακολούθησε τον φίλο του στην Tρωική εκστρατεία και, κατά τη «μήνιν» του Αχιλλέα, αποσύρθηκε κι αυτός από τη μάχη. Αλλά οι ατυχίες των Ελλήνων συγκίνησαν τον Π., ο οποίος πήρε τον οπλισμό του Αχιλλέα, οδήγησε ξανά τους Μυρμιδόνες στη μάχη και κατόρθωσε να απωθήσει τους Τρώες, ο ίδιος όμως βρήκε τον θάνατο από τον Έκτορα. Ο Αχιλλέας, αφού εκδικήθηκε πρώτα τον φόνο του φίλου του Π. σκοτώνοντας τον Έκτορα, τον έθαψε μετά με μεγάλες τιμές.
Η 16η ραψωδία της Ιλιάδας, που αναφέρεται στον θάνατο του Π., λέγεται και «Πατρόκλεια». Πατρόκλειο(ν) λεγόταν και ο τάφος του Π. στην Τροία, που σήμερα ταυτίζεται με τυμβοειδή λόφο στο ακρωτήριο Γενή-Σερ.
II
Ναύαρχος του στόλου του Πτολεμαίου B’, που έδρασε στον Χρεμωνίδειο πόλεμο (266-263), που αποσκοπούσε στην εκδίωξη των Μακεδόνων από τις πόλεις της μεσημβρινής Ελλάδας. Όταν η Αθήνα πολεμούσε εναντίον του στρατού του βασιλιά της Μακεδονίας Αντιγόνου Γονατά, ο Π., αφού παραβίασε την ουδετερότητα των Ροδίων, έσπευσε στην Αττική και οχυρώθηκε σε μικρό νησί της Λαυρεωτικής, που από τότε έχει το όνομά του (Πατρόκλου χάραξ). Αρχικά, όλα μαρτυρούσαν ότι ο Αντίγονος θα έχανε τον πόλεμο, κυρίως γιατί στασίασαν οι μισθοφόροι του Γαλάτες και, κυρίως, γιατί οι Σπαρτιάτες βοηθούσαν τους Αθηναίους. Ο Αντίγονος όμως αντέδρασε αποφασιστικά. Επιδιώκοντας μάλιστα να απομακρύνει τον στόλο του Π., που οχυρώθηκε στο νησί της Λαυρεωτικής περιμένοντας την ευκαιρία να στραφεί κι αυτός εναντίον του, επιτέθηκε εναντίον αιγυπτιακών πλοίων που έπλεαν προς την Αττική και τα νίκησε κοντά στην Κω. Η νίκη αυτή επηρέασε το ηθικό του Π., που έσπευσε να φύγει από το νησί, εγκαταλείποντας τον αγώνα. Η αποχώρησή του οδήγησε στην πτώση της Αθήνας (263 π.Χ.).
Πατρόκλου χάραξ. Αρχαία ελληνική ονομασία ερημικού νησιού, που βρίσκεται στο νότιο άκρο της Λαυρεωτικής. Ονομάστηκε έτσι από το όνομα του Πατρόκλου, ναυάρχου του αιγυπτιακού στόλου του Πτολεμαίου B’. Στους νεότερους χρόνους λέγεται Γαϊδουρονήσι.
III
Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Έζησε στα τέλη του 3ου και στις αρχές του 4ου αι. Ήταν λιθοξόος στο επάγγελμα και μαρτύρησε μαζί με τον ομότεχνο και φίλο του Μάξιμο. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Αυγούστου, μαζί με εκείνην του φίλου του και των επίσης λιθοξόων Φλώρου και Λαύρου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Πάτροκλος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Патрокл в мифологии — (Πάτροκλος, Patroclus) сын Менойтия, родственник Ахилла. Будучи мальчиком, он во время игры в кости убил своего товарища, за это отец отправил его к Пелею во Фтию, где он был воспитан вместе с Ахиллом. С этих пор началась их дружба, не… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Патрокл, мифолог. — (Πάτροκλος, Patroclus) сын Менойтия, родственник Ахилла. Будучи мальчиком, он во время игры в кости убил своего товарища, за это отец отправил его к Пелею во Фтию, где он был воспитан вместе с Ахиллом. С этих пор началась их дружба, не… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Πατρόκλεες — Πάτροκλος masc nom pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρόκλεις — Πάτροκλος masc nom pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρόκλης — Πάτροκλος masc nom pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρόκλοιο — Πάτροκλος masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρόκλου — Πάτροκλος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρόκλων — Πάτροκλος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρόκλῳ — Πάτροκλος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”